Δεν πρόλαβε να ξεκινήσει τις εμφανίσεις του στο «Guantanamo Club» με την παράσταση «Χωρατόριο 3 σε Ρε Μίζερο» και προκάλεσε για άλλη μία φορά κανονική και πολυμέτωπη σύρραξη. Βάλλοντας κατά πάντων με τη χαρακτηριστική και αμίμητη -για κάποιους βέβηλη- εικονοκλαστική και παντελώς άναρχη σάτιρά του, ο Τζίμης Πανούσης ανέλαβε ξανά το γνώριμο ρόλο του: Έγινε και πάλι το μαύρο πρόβατο, το κόκκινο πανί για αριστερούς (Συριζαίους, Κνίτες κ.λπ.), για το σύστημα γενικώς, ακόμα και για την Αμφίπολη.
«Είναι επαναστάτης του καναπέ», «αναρχικός των βορείων προαστίων» κ.ο.κ. ισχυρίζονται οι πολέμιοί του και ο ίδιος με την ολύμπια ηρεμία -αλλά και τη σαρδόνια ειρωνεία του- είναι έτοιμος να αντικρούσει όλες τις κατηγορίες. Προκειμένου, φυσικά, να τραβήξει επάνω του νέα πυρά καθώς, όπως έχει πει σε έναν από τους πιο διάσημους στίχους του, «ΜΆ έχουνε φυτέψει δημοσιογράφοι/ Χάλαγα τη μόστρα, έπεφτα απΆ το ράφι/ ΜΆ έχουνε φλομώσει ζιζανιοκτόνα/ για να μη μιλάω, να μην έχω στόμα».
Συναντήσαμε τον Τζιμάκο στο σπίτι του, στο Παλαιό Ψυχικό. Φυσικά, πρόκειται για μια περιοχή που μπορεί να έρχεται σε απόλυτη κόντρα με τη νοοτροπία και το εν γένει στυλ της ζωής του, καθώς όμως πλησιάζει κανείς ψάχνοντας τον δρόμο συνειδητοποιεί ότι η οικία Πανούση δεν είναι μεζονέτα, ούτε εκτείνεται σε άπειρα τετραγωνικά, περιλαμβάνοντας αντικείμενα χλιδής και πολυτέλειας.
Σε ένα συμβατικό διαμέρισμα, στον πέμπτο όροφο μιας πολυκατοικίας, ο Τζίμης Πανούσης, αυτοπροσώπως, ανοίγει την πόρτα φορώντας την κλασική μαύρη φόρμα και ένα μπλουζάκι με ακατάληπτα σχέδια. «Να φιληθούμε τώρα που δεν έχει φτάσει ακόμα ο Εμπολα και μπορούμε να έχουμε επαφή μεταξύ μας», λέει γελώντας και κατευθύνεται προς το σαλόνι. Ο διάκοσμος συνίσταται σε μια μουσική κονσόλα μέσα στη μέση, δύο μαύρους καναπέδες κ.λπ. Εκείνο όμως που μαγνητίζει το βλέμμα είναι μια σειρά από κάδρα με yυμvές φωτογραφίες γυναικών για τις οποίες λέει ότι είναι φίλες του. Ετσι, μαθαίνουμε ότι οι «φίλες» του Τζιμάκου συνηθίζουν να ποζάρουν ολόyυμvες και με τα πόδια ανοιχτά, σαν να βρίσκονται στο εξεταστήριο γυναικολόγου - αν και στο πολύ πιο αισθησιακό βέβαια. Πάντως, πάνω στο τραπεζάκι υπάρχει ένα μαχαίρι κρητικό μέσα σε θήκη: «Α, δεν είναι τίποτα», σχολιάζει ο Τζιμάκος, καθώς διαισθάνεται τρόμο και απορία. «Με αυτό κόβω τα κουπόνια του ΚΚΕ», προσθέτει, δίνοντας αφορμή για προβληματισμό γύρω από το αν υπάρχει αυθορμητισμός ή συνειδητή διάθεση να επεμβαίνει ο ίδιος σκηνοθετικά ακόμη και στις συνεντεύξεις του.
Αναρχικός, ανατρεπτικός ή απλώς πουλάει τρέλα με το τσουβάλι; O ίδιος, όπως εξομολογείται, αυτοπροσδιορίζεται ως κομμουνιστής παλαιάς κοπής: «Προέρχομαι από μια προσφυγική αριστερή οικογένεια και είμαι μεγαλωμένος στους Αμπελοκήπους, πίσω από το γήπεδο του Παναθηναϊκού. Επομένως, τυγχάνω και βαζελοχτυπημένος, παρότι είμαι ενάντια στα κόμματα, στις πατρίδες και σε οτιδήποτε δήθεν συλλογικό καταστρέφει τη ζωή μας.
Ο πατέρας μου ήταν δοσατζής, πούλαγε είδη προικός γυρίζοντας την Αθήνα με το μηχανάκι. Η μητέρα μου ήταν πουκαμισού. Ο μπαμπάς ήταν σταλινικός και, παρόλο που είχε κάνει εξορία στη Μακρόνησο, το Μίκη Θεοδωράκη δεν τον πήγαινε. Θυμάμαι που μου έλεγε: “Να δεις που κάποτε αυτός θα συνεργαστεί με τη Δεξιά”. Δεν τον πίστευα, αλλά είχε δίκιο ο μπαμπάς.
Μπήκα στη δουλειά του μικρός για να βοηθήσω και για να ξέρω τους πελάτες σε περίπτωση που πάθαινε τίποτα. Ολη την ημέρα αλωνίζαμε την Αθήνα για να βγει το μεροκάματο. Δύσκολες εποχές, είχαμε πάρει ένα οικόπεδο στο Μάτι και υπήρχε το άγχος μπας και δεν μπορέσουμε να πληρώσουμε τη δόση και μας το πάρουν πίσω. Η οικονομική ανασφάλεια με κυνηγάει ακόμα και σήμερα. Παρότι βγάζω χρήματα από τη δουλειά μου, το μικρόβιο για την ανησυχία της επόμενης μέρας είναι κάτι που με διακατέχει».
Ενας «αναρχικός καλλιτέχνης» της εμβέλειας του Τζιμάκου δουλεύει από οικονομική ανάγκη ή γιατί θέλει να περάσει κάποια μηνύματα; «Δεν θέλω να περάσω κανένα μήνυμα, απλά αυτά που πιστεύω θέλω να τα πω στον κόσμο, γιατί αν δεν τα πω, θα έχω ακόμη και θέματα υγείας. Οσες φορές σε αυτά τα 40 χρόνια δεν βγήκα στη σκηνή, αντιμετώπισα τέτοια προβλήματα. Εχω περάσει έμφραγμα, εγκεφαλικό και πρόβλημα με τα νεφρά μου, ενώ, βγαίνοντας να μιλήσω, εκτονώνω όλο αυτό που υπάρχει μέσα μου. Με τρελαίνουν π.χ. οι δήθεν ηγέτες της Αριστεράς που βάζουν 25 με 30 χιλιάρικα στην τσέπη τους το μήνα, αυτοί που διέλυσαν το εργατικό κίνημα, τη στιγμή που η ανεργία μαστίζει την Ελλάδα και κάποιοι δεν έχουν πια ούτε πέντε ευρώ στην τσέπη. Εγώ είμαι κομμουνιστής παλαιάς κοπής. Πιστεύω σε αυτό που λέει ο Μπρεχτ “ή όλοι ή κανείς”. Δεν είμαι σαν τα αμερικανάκια που κατεβαίνουν από τον ουρανοξύστη και πηδάνε τα χαρτόκουτα με τους άστεγους. Κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει έτσι, παρά μόνο οι σαύρες και αυτοί που μας κυβερνάνε, οι πτωματοπάτες και οι βγαζολεφτάδες. Πάει η μεσαία τάξη, τη διέλυσαν, φέρνοντάς μας μεροκάματα και νοοτροπία Κίνας. Κατάντησαν τη νεολαία με μισθούς 300 ευρώ, φούντα και Ιντερνετ. Πώς θα κάνει ο άλλος οικογένεια και παιδιά με τέτοιες συνθήκες;»
Ο Τζιμάκος δεν απολαμβάνει τη γενική αποδοχή - κάθε άλλο... Οι πολέμιοί του λένε γιΆ αυτόν διάφορα, όπως ότι ο Πανούσης είναι ένας «βολεμένος αναρχικός βορείων προαστίων». Η απάντησή του σε αυτή τη μομφή μόνο πολιτικάντικη δεν είναι: «Αυτά, να με συγχωρείτε, αλλά είναι παπαριές. Εχουμε ταυτίσει τον επαναστάτη με τον ρακένδυτο αλήτη των Εξαρχείων. Δεν είναι έτσι τα πράγματα. Δουλεύω και αμείβομαι καλά, χωρίς να κλέβω κανέναν. Στα μαγαζιά που παρουσιάζω προγράμματα έχω ποσοστά και επειδή ο κόσμος με υποστηρίζει εδώ και 40 χρόνια, πάω καλά. Τα χρήματα τα έχω κερδίσει με τον ιδρώτα μου, ούτε τα έχω κληρονομήσει, ούτε τα έχω φάει από κανέναν. Ζωγραφίζω κιόλας και τα έργα μου τα πουλάω καλά, υπάρχουν μάλιστα γνωστοί συλλέκτες που τα έχουν αγοράσει, αλλά μη με ρωτήσετε να σας πω περισσότερα, γιατί δεν πρόκειται να το κάνω».
Είναι όμως ο Τζίμης Πανούσης μέσα ή έξω από το σύστημα; «Από τη στιγμή που πρέπει να πληρώσεις τη ΔΕΗ, είσαι μέσα στο σύστημα», λέει με έμφαση. «Ας μη γελιόμαστε. Είμαι μέσα στο σύστημα και μάλιστα βαθιά. Αλλωστε, πώς θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά τα πράγματα, όταν από τις παραστάσεις μου ζουν περίπου 100 οικογένειες; O κόσμος όμως έχει ένστικτο και αντιλαμβάνεται αν τελικά είσαι ειλικρινής ή όχι. Δεν καταλαβαίνουν, για παράδειγμα, τις ανοησίες που λέει ο Τσίπρας; Με ενοχλεί ότι είναι γέννημα-θρέμμα της ιεχωβάδικης σέχτας του ΚΚΕ. Πήραν τις σφραγίδες του κόμματος πατώντας πάνω στο αίμα κάποιων αγωνιστών σαν τον πατέρα μου και τις οικειοποιήθηκαν. Ο Τσίπρας κάνει μαθήματα, μιμείται τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά δεν κάνει. Είναι ημιμαθής. Εχει διαβάσει τσάτρα-πάτρα το “Κεφάλαιο” του Μαρξ, δεν ξέρει αγγλικά - άσε που είναι έτοιμος να υπηρετήσει το σύστημα. Εγώ επιθυμώ την ανασυγκρότηση της Αριστεράς. Πρέπει να υπάρξει ένα κόμμα που θα πάρει όλους τους Ελληνες μαζί του και θα καταφέρει να διώξει τους κατακτητές».
Πολλά ήταν και εκείνα που ακούστηκαν και γράφτηκαν, καθώς στη φετινή του παράσταση ο Τζίμης Πανούσης βγαίνει μέσα από ένα αιδοίο. Μήπως είναι ένα έξυπνο τρικ επειδή το γυμνό πουλάει; Ή μήπως υποδηλώνει ότι το aιδοio σέρνει ακόμη και παράσταση; «Moυ αρέσει το yυμvό, όπως μου αρέσει και το ποpvό. Οτιδήποτε είναι αυθεντικό και live με συναρπάζει. Παρακολουθώ π.χ. συζητήσεις στην τηλεόραση όπου ο κάθε φασίστας σχολιάζει αγώνες, λέγοντας το μακρύ του και το κοντό του. Να το κάνω επειδή πουλάει; Mε τίποτα. Αν ήταν έτσι, θα το έκανε ο καθένας και θα γέμιζε τις τσέπες του χρήματα. Σε μια παράσταση τα πάντα θέλουν ένα άλλο νοηματικό υπόβαθρο και μια άποψη. Είναι σαν το βρωμόλογο. Για να πεις το βρωμόλογο θέλει τέχνη. Αλλωστε, είμαι τελείως εξοικειωμένος με το ανθρώπινο σώμα, αφού στο σπίτι μας επιλέγουμε να κυκλοφορούμε yυμvοί το καλοκαίρι και να κάνουμε yυμvισμό σε κάποιες παραλίες στις διακοπές μας».
Και η Αμφίπολη, οι γkέι, τα σχόλια για την Εκκλησία; Μήπως, εντέλει, έχουν δίκιο εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο Τζίμης Πανούσης δεν έχει ούτε ιερό ούτε όσιο; «Tην Αμφίπολη την έχουν ανασκάψει από το 1947 και ξαφνικά τη θυμηθήκαμε. Σου λέει ο Σαμαράς, ο οποίος έκανε τα εγκαίνια εκεί, “δεν έχουμε τίποτα να πουλήσουμε, ας πουλήσουμε αυτό”. Για την Εκκλησία τι να πω; Eχει βολέψει πάμπολλους oμoφuλόφιλους, ανθρώπους που προηγουμένως ήταν ο περίγελος του χωριού τους. Και κάτι τέτοιοι έφτασαν να γίνουν ακόμη και μητροπολίτες.
Εγώ λέω αλήθειες, χτυπώντας τη χυδαιότητα του υπονοούμενου. Τραγουδάει ο Πάριος για ”το σημάδι στο λαιμό απΆ τα φιλιά σου”. Ποιο σημάδι, ρε παιδιά, κοροϊδευόμαστε; “Σε ξέσκιζα και σου πιπίλαγα τον λαιμό”, έτσι το λέω, ενώ ο άλλος το υπονοεί, αποφεύγοντας να το πει καθαρά. Αυτή είναι η διαφορά».
Για τη Γιάννα Αγγελοπούλου, η οποία προσφάτως αυτοχαρακτηρίζεται «αντισυστημική», ο Τζιμάκος λέει ότι και εκείνος μπορεί να δηλώσει ότι είναι ο Πάπας της Ρώμης. Για το Μάρκο Σεφερλή αρκείται να πει «λόγω του γιου μου, έχω δει όλες τις παραστάσεις του. Είναι ένας λαϊκός κωμικός που αποδεικνύεται ότι μπορεί να αντεπεξέλθει στον αυτοσχεδιασμό και έχει δυνατή ατάκα. Είναι της δουλειάς, γιΆ αυτό και η επιτυχία του στην τηλεόραση μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί. Δεν είναι σαν κάποια αποτυχημένα λαμόγια της τηλεόρασης, όπως ο Κωστόπουλος. Ο Κωστόπουλος ήταν ένας διαπλεκόμενος Πασοκτζής, που έφαγε τα λεφτά του κόσμου και παρόλο που ήταν γέρος ήθελε να βγαίνει στην τηλεόραση, έστω κι αν γνώριζε ότι δεν κάνει γιΆ αυτή τη δουλειά».
Ο Τζίμης Πανούσης είναι ένας καλλιτέχνης που υπηρετεί τη σάτιρα και καυτηριάζει πρόσωπα και πράγματα χωρίς φόβο και πάθος. Ακόμη και στους πλέον σκληροπυρηνικούς, όμως, υπάρχει και μια altera pars, ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο: «Στη ζωή μου είμαι ένας συντηρητικός οικογενειάρχης», παραδέχεται ο εικονοκλάστης και φανατικά αντισυμβατικός Τζιμάκος, συνεχίζοντας να εκπλήσσει. Εξηγεί δε ότι «με τη δεύτερη γυναίκα μου, την Αθηνά, που είναι σκηνοθέτης και εργάζεται στο MEGA, γνωριστήκαμε όταν εκείνη σκηνοθετούσε το Λάκη Λαζόπουλο στους “Δέκα Μικρούς Μήτσους” κι εγώ πήγα για να υποδυθώ τον Μπιν Λάντεν.
Γνωριστήκαμε, αγαπηθήκαμε και έκτοτε είμαστε μαζί. Παρότι έχω έναν 25χρονο γιο, τον Αρη, από τον πρώτο μου γάμο, με την Αθηνά έχω μια κόρη 5 ετών, τη Φωτεινή, η οποία έχει καταφέρει να μου βγάλει όλη την τρυφερότητά μου. Αυτό το μικρό μού χάρισε 100 χρόνια ζωής. Την πηγαίνω κάθε Τρίτη στο μπαλέτο και, όταν δεν δουλεύω, τη συνοδεύω στα παιδικά πάρτυ. Εχω γίνει φίλος με τις μαμάδες των άλλων παιδιών, εκείνες με εμπιστεύονται πια και μου τα λένε όλα, μέχρι και τα ερωτικά τους. Με τη Φωτεινή, όταν υπάρχει χρόνος, είμαστε συνεχώς μαζί. Παίζουμε και μιλάμε αλαμπουρνέζικα ακόμη και σε δημόσιους χώρους, κάνοντας τους τρίτους να αναρωτιούνται ποια είναι αυτή η ξένη γλώσσα.
Οταν ξεκινούσα το φετινό πρόγραμμα, μου είπε ότι ήθελε να πάρει μέρος στην παράσταση. Της εξήγησα ότι είναι μικρή και δεν γίνεται κι έτσι περιοριστήκαμε σε ένα video όπου αποτυπώνεται το μεταξύ μας παιχνίδι με τα αλαμπουρνέζικα. Είχε πλάκα γιατί όταν ολοκληρώθηκε η δουλειά μου έκανε λόγο για αμοιβή, ζητώντας μου 20 ευρώ. Η δημόσια εικόνα μου είναι τελείως διαφορετική από αυτήν που έχω μέσα στο σπίτι μου. Οταν ήταν μικρός ο γιός μου, του άλλαζα μέχρι και πάνες».
Παρά τον ανατρεπτικό του τύπο, ο Τζίμης Πανούσης κάνει και δουλειές του σπιτιού: «Κυρίως φυτέματα», εξηγεί για να καταλήξει: «Στην Αθήνα που έχουμε μόνο βεράντα φυτεύω βασιλικούς, ενώ στην Ανδρο και στην Αντίπαρο όπου υπάρχει γη και κανονικό χώμα, θα με δεις να καλλιεργώ, να περιποιούμαι ακόμη και κρεμμυδάκια. Αυτό είναι το καλύτερό μου».
Συνέντευξη στο Thema People και στη Μαρία Λεμονιά
πηγή: protothema.gr