Ο θάνατός του είναι αποτέλεσμα επιπλοκών στην υγεία που σχετίζονται με τη μακροχρόνια Covid, αφήνοντας πίσω του τη σύζυγό του, Leporace, και πέντε παιδιά. Σε ανακοίνωσή της, η οικογένεια του Μέντες αναφέρει ότι «έφυγε ειρηνικά» στην πόλη που κατοικούσε, το Λος Άντζελες.
«Η σύζυγός του και η μουσική του σύντροφος τα τελευταία 54 χρόνια, Gracinha Leporace Mendes, ήταν δίπλα του, όπως και τα αγαπημένα του παιδιά. Ο Μέντες εμφανίστηκε για τελευταία φορά τον Νοέμβριο του 2023 σε sold out και ενθουσιώδεις παραστάσεις στο Παρίσι, το Λονδίνο και τη Βαρκελώνη. Τους τελευταίους μήνες, η υγεία του είχε επιβαρυνθεί από τις επιπτώσεις του μακροχρόνιου Covid».
Ποιος ήταν ο Σέρχιο Μέντες
Ο Σέρχιο Μέντες γεννήθηκε στο Niterói στις 11 Φεβρουαρίου 1941 και σπούδασε κλασικό πιάνο ως παιδί. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και τον ενθάρρυνε να ακολουθήσει τα βήματά του, αλλά άλλαξε άποψη όταν διαπίστωσε το αυξανόμενο ενδιαφέρον και το ταλέντο του Μέντες στην τζαζ. «Όταν με είδε να παίζω και είδε ότι τα πήγαινα καλά με μπάντες, με άφηνε να κάνω αυτό που ήθελα», είχε πει ο Μέντες σε μια συνέντευξη του 2005.
Descansa en paz Sergio Mendes, tremendo músico!https://t.co/gyFGfTrrkw
— Blas Sanchez (@Blassanchezpena) September 6, 2024
Ο Μέντες ξεκίνησε τη μουσική του καριέρα ως έφηβος στα τέλη της δεκαετίας του 1950, παίζοντας σε νυχτερινά κέντρα του Ρίο, τη στιγμή που η bossa nova γινόταν διεθνής τάση. Με την καθοδήγηση του πρωτοπόρου της bossa nova, Antônio Carlos Jobim, ο Μέντες δημιούργησε το συγκρότημα Sexteto Bossa Rio και κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ Dance Moderno το 1961.
Έγινε περιζήτητος συνεργάτης για Αμερικανούς μουσικούς, συμπεριλαμβανομένων των Cannonball Adderley και Herbie Mann, με τους οποίους ηχογράφησε αρχές της δεκαετίας του 1960. Το 1964, ο Μέντες μετακόμισε στο Λος Άντζελες, υπέγραψε με την Capitol Records και σχημάτισε το συγκρότημα Brasil ’65. Αφού κυκλοφόρησε δύο άλμπουμ που δεν έκαναν και σπουδαίες πωλήσεις, το συγκρότημα στρατολόγησε δύο Αμερικανούς τραγουδιστές, τη Lani Hall και την Bibi Vogel, για να τραγουδήσουν στα αγγλικά και μετονομάστηκαν σε Brasil ’66.
Το 1968, ο Μέντες έφτασε σε ένα ευρύτερο κοινό όταν ερμήνευσε το The Look of Love στην τηλεοπτική μετάδοση των βραβείων Όσκαρ και η έκδοση του τραγουδιού του Brasil ’66 έφτασε στο Top 10 των ΗΠΑ. Ο Μέντες συνέχισε να ηχογραφεί κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980, πετυχαίνοντας άλλη μια επιτυχία το 1983 με την ενήλικη σύγχρονη εκδοχή του στο τραγούδι του Barry Mann και της Cynthia Weil «Never Gonna Let You Go».
Το 2006, κυκλοφόρησε το άλμπουμ επιστροφής «Timeless», σε παραγωγή του will.i.am των Black Eyed Peas. Το άλμπουμ, με guest stars τους Erykah Badu, Q-Tip, Common, Stevie Wonder και Justin Timberlake, αντανακλά το πώς υπογείως πολλοί δίσκοι ραπ χρησιμοποιούν στοιχεία της μουσικής του Μέντες. Ο Μέντες βοήθησε στην παραγωγή μουσικής για τις ταινίες κινουμένων σχεδίων Rio και Rio 2 και ήταν υποψήφιος για Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου τραγουδιού το 2012 για το «Real in Rio».
Κέρδισε επίσης, ένα Grammy για το καλύτερο παγκόσμιο άλμπουμ για το «Brasileiro» το 1992. Συνέχισε να παίζει μέχρι πέρυσι και το πιο πρόσφατο άλμπουμ του, In the Key of Joy, κυκλοφόρησε το 2019.
Πηγή: http://www.protothema.gr/culture/article/1537740/serhio-medes-pethane-sta-83-tou-o-spoudaios-vrazilianos-mousikos/