Σύμφωνα με επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Binghamton της Νέας Υόρκης, όσοι από εμάς κοιμόμαστε πολύ αργά τη νύχτα ή/και κάνουμε διαταραγμένο ύπνο, είναι πιο πιθανό να έχουμε αρνητικές σκέψεις μέσα στην ημέρα, σε σύγκριση με όσους κοιμούνται νωρίς και κάνουν ήρεμο ύπνο.
Όπως υποστηρίζουν οι ερευνητές Jacob Nota και Meredith Coles, όταν έχουμε επαναλαμβανόμενες αρνητικές σκέψεις, αφενός δεν μπορούμε να τις ελέγξουμε εύκολα, αφετέρου δυσκολεύουν και την καθημερινότητά μας, κάνοντάς μας να έχουμε ανησυχίες και φόβο για το μέλλον ή το παρελθόν.
Συνήθως, οι άνθρωποι που υποφέρουν από τέτοιες σκέψεις, πάσχουν από παθήσεις που σχετίζονται με το άγχος, όπως η κατάθλιψη, το μετατραυματικό στρες και η διαταραχή κοινωνικού άγχους, στις οποίες, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, οφείλονται και τα προβλήματα του ύπνου.
Στα πλαίσια της έρευνάς τους, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Cognitive Therapy and Research», οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν ένα δείγμα 100 φοιτητών, οι οποίοι συμπλήρωσαν ορισμένα ερωτηματολόγια, καθώς και δυο μηχανογραφημένες εργασίες, που ήταν δομημένες με τέτοιον τρόπο, ώστε να μετρούν τα επίπεδα ανησυχίας και τις εμμονές του καθένα ξεχωριστά.
Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να δηλώσουν τις ώρες που πηγαίνουν για ύπνου, όπως επίσης και το αν οι ώρες αυτές είναι συγκεκριμένες, καθώς και αν ο ύπνος που κάνουν είναι ήρεμος.
Όπως αποδείχτηκε, οι φοιτητές που πήγαιναν για ύπνο πιο αργά και κοιμούνταν λιγότερες ώρες, εμφάνισαν περισσότερες επαναλαμβανόμενες αρνητικές σκέψεις σε σχέση με εκείνους που πήγαιναν στο κρεβάτι πιο νωρίς και κοιμούνταν παραπάνω ώρες κάθε βράδυ.
Από την πλευρά τους, οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματα αυτά υποδηλώνουν ότι η διακοπή του ύπνου είναι δυνατόν να σχετίζεται με τις αρνητικές σκέψεις, ενώ τα άτομα που διατρέχουν τον κίνδυνο να εμφανίσουν μια αγχώδη διαταραχή θα πρέπει να αποκτήσουν τις απαραίτητες συνήθειες για ποιοτικό ύπνο.